Στο δρόμο προς τις κάλπες, μεγάλο μέρος της πολιτικής συζήτησης για την πορεία των οικονομικών της χώρας κατέλαβε η κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Τόσο από την κυβέρνηση, όσο κι από την αντιπολίτευση.
Οι πολίτες μπορεί να μην αντιλαμβάνονται ακριβώς τι σημαίνει η επενδυτική βαθμίδα, όμως κατανοούν ότι είναι ένας σημαντικός δείκτης για την πορεία της οικονομίας μας και συνεπώς η αξία της είναι πολύ μεγάλη.
Σημασία όμως δεν έχει η κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας καθαυτή από τη χώρα μας, αλλά το τι θα κάνουμε εφόσον την κατακτήσουμε. Πώς θα πάνε τα πράγματα στη συνέχεια, δεδομένου ότι θεωρητικά είμαστε ένα βήμα προτού την κατακτήσουμε.
Το «αν» θα την κατακτήσουμε νομοτελειακά πλέον δεν υπάρχει. Μόνο όσοι επιθυμούν μία Ελλάδα εγκλωβισμένη στην εσωτερική αντιπαλότητα εντυπώσεων, που ονειρεύονται «Δήμητρες» και εφόδους στο εθνικό νομισματοκοπείο, «πιστεύουν» ή καλύτερα εύχονται να μείνουμε στο μη αξιόχρεο επίπεδο μιας χώρας, η οποία θα τρέφεται από τον εσωτερικό εχθρό της στασιμότητας, του μηδενικού έργου, της αποστροφής προς τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις, του βολέματος και της οπισθοδρόμησης.
Σε μία χώρα που αντί γενναίων μεταρρυθμίσεων προτιμά τα κάθε λογής επιδόματα (σημερινά ονομαζόμενα -pass), η επενδυτική βαθμίδα δεν θα πρέπει να είναι σε καμία περίπτωση ο σκοπός αλλά το έναυσμα μίας νέας πολιτικής. Μιας πολιτικής που πριμοδοτεί την ανάπτυξη, τις ίσες ευκαιρίες και αντιμετωπίζει τον πολίτη ως «μόχλευση» της οικονομίας και όχι ως λάφυρο στενόμυαλων και κοντόφθαλμων πολιτικών.
Είμαι στα 50 μου και αδυνατώ να κατανοήσω γιατί κάποιος πρέπει να είναι σε εγρήγορση για να μπει στα διάφορα gov.gr portals για να αιτηθεί «βοηθείας», όταν τα κριτήρια είναι ήδη στη διάθεση της διοίκησης και γνωρίζει από πριν πόσοι δυνητικά έχουν τα στοιχεία στήριξης εκείνης της στιγμής. Πόσο πιο ουσιαστικό και αποδεκτό θα ήταν οι δικαιούχοι απλά να ενημερώνονται και μέσω ενός χρονοδιαγράμματος να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν χρήση της «πολιτικής» βοήθειας;
Επανέρχομαι ωστόσο στην αναγκαιότητα να γίνει κατανοητό πόσο μεγαλύτερη αξία έχει η στόχευση αναβάθμισης της χώρας, αφού κατακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα, κι όχι ο εφησυχασμός ή η πανηγυρική πολιτική ότι τώρα μπορούμε να μοιράσουμε ακόμη περισσότερα, με οριζόντιες λογικές και σε ειδικά στοχευμένες ομάδες. Ειδικά σε μια χώρα που το 2023 θα έχει σύμφωνα με εκτιμήσεις δείκτη χρέους προς ΑΕΠ στο 163% και με τη βοήθεια του πληθωρισμού και της ανάπτυξης, που συνεχίζει με τη θεωρία του ελατηρίου, προβλέπεται να πέσει στο 153,5% το 2024. Και ας μην ξεχνάμε, καθώς… πανηγυρίζουμε, ότι το ΑΕΠ της Ελλάδας μας είναι ακόμη 20% από εκείνο του πρώτου τριμήνου του 2008, όταν άρχιζε δειλά – δειλά η υπερδεκαετής οικονομική κρίση.
Έχουμε πολύ δρόμο ακόμη και ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των επικείμενων εκλογών ο πήχης πρέπει να μπει τόσο ψηλά που να μην υπάρχει καν σκέψη για επιστροφή στα παλιά. Ο στόχος της αναβάθμισης των ελληνικών ομολόγων από την κατηγορία «σκουπίδια» (junk bonds) στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade) θα φέρει επενδύσεις και κεφάλαια στη συγκεκριμένη αγορά και μείωση του κόστους δανεισμού συνολικά για τη χώρα μας και τις επιχειρήσεις.
Η ευκαιρία είναι μία και μοναδική έπειτα από πολλά χαμένα χρόνια. Χρόνια που «έβρεχε» λεφτά με μηδενικά επιτόκια και εμείς κρατούσαμε μνημονιακή «ομπρέλα». Αν χαθεί και αυτή η ευκαιρία τότε η απάντηση στην ερώτηση προς τη Μελίνα Μερκούρη, κάποτε, για το τι νιώθει όταν ακούει Ελλάδα θα είναι κατά το ήμισυ επίκαιρη. Είχε πει η Μελίνα κάτι που έχει αποτυπωθεί στη συνείδηση μου εδώ και χρόνια που ασχολούμαι με τα κοινά: «Μαγευτικά καταστροφή». Μόνο που αυτή τη φορά (αδίκως) για τις επόμενες γενιές θα μείνει μόνο η καταστροφή. Και τότε πάλι από την αρχή θα καταφύγουμε στη ρήση του σπουδαίου Έλληνα ποιητή, Οδυσσέα Ελύτη, ότι μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι είναι αρκετά για να ξαναφτιάξουμε την Ελλάδα μας, που έχουμε στην καρδιά μας. Αλήθεια θέλουμε να φτάσουμε εκεί;
Δημοσιεύτηκε στο ειδησιογραφικό portal Liberal