Η στρέβλωση των επιδοτούμενων προγραμμάτων κατάρτισης και η ουσιαστική αντιμετώπιση της ανεργίας

Η αγορά εργασίας με την προσωρινή έστω μείωση της ανεργίας στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα προς όλη την κοινωνία. Ένα μήνυμα εξειδίκευσης, που είναι και το κλειδί για έναν επιτυχημένο επαγγελματικό βίο.

Αναφέρομαι σε προσωρινή μείωση της ανεργίας, διότι ένα μεγάλο μέρος των προ πανδημίας κορωνοϊού ανέργων κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν θέσεις απασχόλησης ορισμένου χρόνου, όμως αυτός ο χρόνος παρατάθηκε σημαντικά, λόγω της πανδημίας.

Το πρόβλημα της ανεργίας θα το ξαναβρούμε ως χώρα μπροστά μας, όσο δεν αντιμετωπίζουμε ριζικά θεμελιώδη ζητήματα, όπως για παράδειγμα την αδυναμία σύνδεσης της γνώσης με την αγορά και την χωρίς σαφή στόχευση επιδότηση των θέσεων εργασίας και των ανέργων.

Σήμερα, υπάρχουν πολλές κενές θέσεις εργασίας εξαιτίας της αδυναμίας εξεύρεσης εργαζομένων, οι οποίοι να πληρούν τις προϋποθέσεις και να έχουν τις απαιτούμενες δεξιότητες για την κάλυψή τους.

Σε μια χώρα, η οποία επί πολλά χρόνια έχει δαπανήσει απίστευτα ποσά στην κατάρτιση των εργαζομένων και των ανέργων, αυτή η εικόνα είναι αν μη τι άλλο προβληματική.

Με τόσους ανέργους και τόσα επιδοτούμενα προγράμματα κατάρτισης θα περίμενε κάποιος λογικά να έχουμε πλεόνασμα εξειδικευμένων επαγγελματιών, σε σχέση με τις κενές θέσεις εργασίας. Κι όμως αυτό δεν συμβαίνει. Πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να βρουν το απαιτούμενο προσωπικό, με αποτέλεσμα και αυτές να μην μπορούν να αναπτυχθούν και οι άνεργοι να βλέπουν κενές θέσεις ακάλυπτες, στερούμενοι την απασχόληση και το εισόδημα.

Είναι τόσο μεγάλο το συγκεκριμένο πρόβλημα, που αυτονόητα δημιουργεί το ερώτημα αν όντως αξιοποιούνται ορθά οι ευρωπαϊκοί πόροι και τα προγράμματα κατάρτισης είναι σοβαρά κι όχι “αρπαχτές”. Δεν πρέπει κανείς να ξεχνά ότι οι ευρωπαϊκοί πόροι που διατίθενται για την απόκτηση ή την εξέλιξη των δεξιοτήτων εργαζομένων και ανέργων είναι χρήματα των φορολογούμενων και άρα αν δεν πιάνουν τόπο πρέπει να αλλάξουμε τη “συνταγή”.

Με το νέο νόμο της κυβέρνησης “Δουλειές Ξανά” επιχειρείται να βρεθεί ένας τρόπος για να βελτιωθούν τα πράγματα στο συγκεκριμένο ζήτημα της κατάρτισης, που στην ουσία είναι ζήτημα της ανεργίας και της αγοράς εργασίας. Το 30% του ποσού της επιδότησης θα καταβάλλεται στους καταρτιζόμενους, αλλά και στους φορείς που παρέχουν επαγγελματική κατάρτιση μόνον μετά την πιστοποίηση των δεξιοτήτων και των γνώσεων των ωφελουμένων. Έτσι θα μπει ένας φραγμός στα εικονικά προγράμματα κατάρτισης ή στα αναποτελεσματικά προγράμματα.

Και επιπλέον, όπως ορθώς προβλέπεται από τον νόμο “Δουλειές Ξανά”, οι πάροχοι επαγγελματικής κατάρτισης θα μπουν στη βάσανο της αξιολόγησης από τους ίδιους τους ωφελούμενους, από τους εργαζόμενους ή τους άνεργους που καταρτίζονται. Η αξιολόγηση μάλιστα δεν είναι αυθαίρετη, αφού στηρίζεται σε ποιοτικά στοιχεία, όπως το ποσοστό των ατόμων που συμμετείχαν σε πρόγραμμα κατάρτισης και τελικά βρήκαν δουλειά, το ποσοστό των ίδιων ατόμων που πιστοποιήθηκε, αλλά και την ποιότητα των υπηρεσιών των παρόχων κατάρτισης.

Όλο αυτό το πλέγμα συνιστά τη θεσμική θωράκιση των επιδοτούμενων προγραμμάτων κατάρτισης. Ένα πλέγμα που ήταν αναγκαίο εδώ και χρόνια, ώστε να μην πετάμε πολύτιμους ευρωπαϊκούς πόρους σε ένα βαρέλι χωρίς πάτο και στην ουσία να μην βοηθάμε ούτε την αγορά εργασίας, ούτε τους άνεργους.

Δημοσιεύτηκε στο ειδησιογραφικό portal ThessToday.gr